Wacht - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Wacht - translation to Αγγλικά

MILITARY RANK OF NON-COMMISSIONED OFFICERS (NCO) IN AUSTRIA AND SWITZERLAND
Wacht
  • Hungarian ''Wachtmeister'', hussar-regiment 18th century.
  • 75px
  • 75px
  • 100px
  • 120px
  • 30px
  • 120px
  • 120px
  • 120px
  • 30px
  • 75px
  • 100px
  • 120px
  • 100px
  • 100px
  • 50px
  • 100px
  • 100px
  • 30px

Wacht         
n. guard, sentry, watch; watchman, guardian
keep guard      
wachen
wach         
awake, alert, not sleeping, up, sleepless, wakeful

Βικιπαίδεια

Wachtmeister

Wachtmeister (Wm; German for 'master-sentinel' or 'watch-master') is a military rank of non-commissioned officers (NCO) in Austria and Switzerland. The Wachtmeister was initially responsible for the guard duty of the army. Later, it became the Feldwebel equivalent NCO-grade of the cavalry and artillery. Besides Austria and Switzerland today, the rank was also used elsewhere, for example in Germany, Russia, and Poland (wachmistrz).

In the German police service, Wachtmeister denoted the lowest rank; it was abolished in the 1980s, but is still the colloquial term referring to police patrolling in uniform.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Wacht
1. Eine schwere Büste wacht über dem weißen Marmorgrab.
2. Darüber wacht der Europäische Gerichtshof – sollte er jedenfalls.
3. Das Eisenbahnbundesamt wacht noch bis Jahresende über das Netz.
4. Eine Scharia–Kommission wacht dabei über die Einhaltung islamischer Gesetze.
5. Im Vordergrund wacht der splitternd gebrochene Stamm eines Baums.